Ανοίγω αυτό το θέμα για αφηγήσεις από ταξίδια που έχουμε κάνει. Διάλογοι, χιουμοριστικός τόνος και φωτογραφίες, όλα απαραίτητα
Δευτέρα βράδυ χτυπάει το κινητό. "Μάνθος" γράφει στην οθόνη.
-Ελα φίλε.
-Τετάρτη πρωί πάω Γιάννενα - Ηγουμενίτσα. Θα έρθεις για να δεις τη μο*νίτσα που έλεγες?
-Μέσα ρε φίλε.
Από εδώ και πέρα, τα λόγια του Μάνθου μπαίνουν σε "caps-lock mode", γιατί παρότι δε φωνάζει, είναι σαν να το κάνει. Επιτακτικό και απόλυτο ύφος, ψαρωτικό για τους περισσότερους, όσοι τον έχετε ακούσει έστω και μια φορά καταλαβαίνετε ότι μόνο αυτά μπορούν να αποδώσουν τον τόνο της φωνής του.
Είναι - δεν είναι δυσανάγνωστα, αυτά έχουμε και άμα θέλετε
Τετάρτη πρωί, ώρα 8.05, έχω παρκάρει το ασημένιο βέλος, ονόματι "κροτίδα" και επιβιβάζομαι στη λευκή Φραντζέσκα.
-Μέρααα.
-ΜΕΡΑ.
Με τα λίγα που είπαμε, βγαίνουμε στο δρόμο. Κίνηση, φανάρι, η γνωστή μαυριδερή μορφή να πουλάει κουλούρια.
-ΩΠ ΤΟ ΦΙΛΑΡΑΚΙ ΜΟΥ, λέει ο ψηλός, σηκώνοντας το χέρι.
-Πάρε και για μένα ε..
-ΝΑΙ ΒΡΕ ΜΛΚ.
Πλησιάζει, αναγνωρίζει την ευγενική φιγούρα του Μάνθου και σκάει το πρώτο χαμόγελο.
-ΤΙ ΚΑΝΕΙΣ ΠΑΛΙΚΑΡΙ?
-Καλά μωρέ, όπως τα ξέρεις.
-ΓΙΑ ΠΙΑΣΕ 2 ΚΟΥΛΟΥΡΙΑ ΓΙΑ ΜΕΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΟΛΛΗΤΟ ΜΟΥ.
-Εφτασεεε.
-ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΟΥ ΤΙ ΚΑΝΟΥΝ?
-Αν έχω, γκαμ@ω, αν δεν έχω, ξέρεις.
-ΣΩΡΑΙΙΙΙΙΟΣ. ΚΑΛΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ.
-Γειαααα.
Μετά τον τρομερό διάλογο με την πιο καλτ μορφή των σαλονικιώτικων φαναριών, βγαίνουμε επιτέλους στο highway. H εικόνα μουντή.
Τα κουλούρια ακόμα τα ψάχνω και το χειρότερο, δεν επιβεβαίωσα την ποιότητα προιόντων του φαναρο-φάκερ.
-ΚΟΛΛΗΤΕ, ΠΟΣΟ ΚΑΝΕΙ ΕΝΑ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙ?
-Τι φάση ρε φίλε?
-ΣΕ ΡΩΤΗΣΑ ΚΑΤΙ.
-Ε αναλόγως κλπ και του εξηγώ 5 πράγματα.
-ΑΑΑ ΩΡΑΙΑ.
Αφού, λοιπόν, του λέω ότι ένα 50% του παιχνιδιού παίζεται στο εξασκημένο αυτί και στο πόσο γίνεται "ένα" με τα ακούσματά του όταν, αντί για τους στίχους, δίνει βάση στα λαικά γυρίσματα ενός μπουζουκιού κλπ ο ψηλός το πιάνει διαφορετικά.
-ΚΑΤΑΛΑΒΑ ΦΙΛΕ, ΤΟ ΧΩ.
Ε από τότε κάθε τραγούδι που θα παιζόταν στο καλοκουρδισμένο RD4 με mp3 της Φραντζέσκας, αντί για στίχους, είχε ήχους όπως
"ντουρου ντου ρου ρου ρου" ή το κλασικό τελείωμα
"Σου_τιέν", παιγμένους από το αλάνθαστο τονικά στόμα του ψηλού.
Cruise στα 139, αέριο και τσουπ, ήχος και λαμπάκια. Το βουλγάρικο αέριο, με τιμή λίγο κάτω από 60 λεπτά το λίτρο, μόλις μας τελείωσε. Πλέον κινούμαστε με βουλγάρικη 100άρα, ή μάλλον 98άρα.
ΣΕΑ Πλατάνου μπροστά, λίγο πριν τη Βέροια, δεξί φλασάκι και στάση.
Σηκώνοντας και τακτοποιώντας βρακιά, ζώνες, τζιν (με κλασικές κινήσεις ελληνάρα και τίναγμα ποδιών για να μπει στη θέση του το ξέρετε ποιο), μπαίνουμε στο μαγαζί.
Το προσωπικό μαζεμένο σε μια αίθουσα, σεμινάριο κλπ, γυρίζει και παρατηρεί σύσσωμο τον σχεδόν δίμετρο πεινασμένο μαλλιά να πλησιάζει απειλητικά το ταμείο και από πίσω τον πιστό του ακόλουθο, Σάντσο Πάντσα.
-ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΚΟΠΕΛΙΑ, ΕΣΥ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ?
-Καλή σας ημέρα! Αύριο έχω μάθημα εγώ!
-Α ΝΑΙ? ΘΑ ΜΑΣ ΚΑΝΕΙΣ 2 ΦΡΕΝΤΑ ΕΣΠΡΕΣΣΑ ΜΕΤΡΙΑ.
-Βεβαίως!
-ΠΙΑΣΕ ΚΑΙ ΔΥΟ ΚΟΥΡΟΥ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΕΣ.
Ορίστε, ευχαριστούμε, καλημέρα και τα σχετικά, επιστροφή στη Φραντζέσκα.
-Να στη δώσω τώρα την κουρού φίλε?
-LATER MY FRIEND.
Το τραγούδι συνεχίζεται,
ντουρου ρουμ ρου ρου ρουμ, όπως τα είπαμε και πριν, καμία διαφορά.
1η, 2α, 3η, 4η, βάζει και το 5 μέσα ο ψηλός, λοκάρει το 139 και βουρ για Βέροια για φουλάρισμα στο αέριο.
Μετά την είσοδο της πόλης, αμέσως δεξιά, σβήνει από τα 3 χλμ/ωρα, χειρόφρενο και είμαστε δίπλα στην αντλία. Εννοείται ότι στο βενζινάδικο τον ξέρουν όλοι, ακόμα και οι αντλίες.
-Καλημέρα!
-ΠΟΥ ΤΗΝ ΕΙΔΕΣ ΡΕ?
-Πόσο βάζουμε?
-ΡΕ ΑΝΤΕ ΓΕΜΙΣΤΟ.
O ταπεινός υπάλληλος κοτσάρει τη μάνικα χαμηλά στα κωλομέρια της Φραντζέσκας και περιμένουμε.
-ΘΑ ΜΟΥ ΚΑΝΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΤΖΑΜΙΑ. ΠΑΡΜΠΡΙΖ ΚΑΙ ΤΑ 2 ΜΠΡΟΣΤΙΝΑ. ΤΑ ΠΙΣΩ ΟΧΙ.
-Βεβαίως!
Πιάνει ο νεαρός σφουγγάρι και εκείνη την λαλακία που τα καθαρίζουν και πάει να εκτελέσει τις διαταγές, υπό το άγρυπνο βλέμμα του ψηλού.
-ΘΑ ΤΑ ΚΑΝΕΙΣ ΚΑΛΑ ή ΝΑ ΒΑΛΩ ΧΕΡΙ?
-Καλά θα σας τα κάνω!
-ΑΝΤΕ ΝΑ ΣΕ ΔΩ.
Τζάμια καθαρά (παρμπρίζ και τα 2 μπροστινά, μην ξεχνιόμαστε), αέριο γεμάτο, μάνικα μακριά από την τρύπα και δρόμο. Αναστροφή και πάλι στην Εγνατία.
-Θέλεις κουρού φίλε?
-Γ@ΜΗΘΗΚΕΣ, ΒΑΛΤΕΣ ΣΤΗ ΣΑΚΟΥΛΑ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΤΙΣ ΚΡΑΤΑΣ.
-Καλά ντε..
Συνέχεια τραγουδιού,
ντουρου ρουμ ρου ρου, τα τα, σου_τιεν κλπ.
Δρόμο παίρνουμε, δρόμο αφήνουμε, πληρώνουμε και κάτι παλιοδιόδια, φτάνουμε στη Σιάτιστα, την πρώτη μας στάση για δουλειά.
Καθώς ανηφορίζουμε και μπαίνουμε σε στενάκια, παραστενάκια, ανηφόρες με 40% κλίση κλπ, τον ρωτάω.
-Πού πάμε ρε φίλεεε?
-ΕΙΔΕΣ, ΣΤΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΣΕ ΠΑΩ. ΑΚΟΥ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ, Ο,ΤΙ ΚΑΙ ΑΝ ΑΚΟΥΣΕΙΣ ΜΗ ΔΙΝΕΙΣ ΣΗΜΑΣΙΑ, Η ΠΡΟΦΟΡΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΠΩΣ.
-Νταααξει.
Παρκάρουμε έξω από το μαγαζί, οι αφοί owners 10παρά ακόμα να πάνε στη δουλειά τους και ένας κύριος με ένα Transit απέξω, αγχωμένος και με χαλασμένο γρύλλο στο παραθύρι του οδηγού.
Πολύ σύντομα καταφτάνει μαύρο ελαφρώς (κλαίω) καγκουρεμένο Lanos, με αυτοκόλλητα στις πόρτες και κάτι περίεργους αεραγωγούς. Πετάγονται έξω οι αφοί owners και ανοίγουν την βαριά σιδερένια πόρτα.
-Ε Μάνθοοοοοοο!
-ΠΟΥ ΕΙΣΤΕ ΡΕ Μ@ΛΑΚΕΣ, 10 Η ΩΡΑ ΠΗΓΕ, ΤΙ ΩΡΑ ΑΝΟΙΓΕΤΕ @#$%$%&$&?
-(Δικαιολογίες)
Η Φραντζέσκα μπαίνει μέσα, και φωτογραφίζεται με τις ανθρακί της Resolfen.
O κύριος με το Transit φοβήθηκε μην του φάμε τη σειρά, αλλά πού να ξερε ότι τα Citroen δεν έχουν θέμα με τους γρύλλους
Να μην σας τα πολυλογώ, γίνεται η μπίζνα και οι αφοί owners ανεβάζουν στη ράμπα ένα Νίσσαν (ο τόνος εκεί που πρέπει
) Kubistar.
-Μάνθο, έμεινε από δυναμό στις 70.000 χλμ.
-ΜΕ ΣΟΒΑΡΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ ΚΑΤΑΠΙΑΝΕΣΤΕ, ΜΠΡΑΒΟ.
-ΘΑ ΜΟΥ ΒΡΕΙΤΕ ΡΕ 16 ΜΠΟΥΛΟΝΙΑ ΓΙΑ ΣΙΔΕΡΕΝΙΕΣ ΖΑΝΤΕΣ?
-Καινούρια ή μεταχειρισμένα?
-ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΑ.
-Δεν έχουμε.
-ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ?
-Επίσης.
-ΩΡΑΙΟΣ.
Χαιρετούρες και τα σχετικά, το αχτύπητο δίδυμο πάλι μέσα στη λευκή (ναι ρε, λευκή) Φραντζέσκα και βουρ για Γιάννενα.
Κάπου εκεί στα Γρεβενά (αν δεν κάνω λάθος), καλούμαι να αποτυπώσω στον φακό μια ταμπέλα, που όπως λέει ο ψηλός, κάθε φορά ξεχνάει να φωτογραφίσει.
Εγώ θεωρώ ότι κάθε φορά που περνάει από το σημείο απλά δε μπορεί να πιάσει κινητό, γιατί στο ένα χέρι έχει την κουρού φιλαδέλφεια και στο άλλο τον Φρ. Εσπρέσσο Μέτριο.
Με τα πολλά, την βγάζω.
Συνεχίζουμε, βρίσκουμε διόδια μπροστά. Ξανθούλα σε βάρδια.
-Καλημέρα!
-ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΚΥΡΙΑ ΜΟΥ. ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ, ΕΧΕΤΕ ΥΠΕΡΟΧΑ ΝΥΧΙΑ.
-Σας ευχαριστώ!
Βαθύτατα κολακευμένη η ξανθιά υπάλληλος, επιστρέφει τα ρέστα και μας ανοίγει τη μπάρα.
1η, 2α, 3η, 4η, 5η, cruise στα ...ΩΩΩΩ να σου μαμήσω, τούνελ και όριο 90.
Ο κολλητός σε μια δόση υπερβολής, πήγαινε με:
Kάπου στα Γρεβενά - ξανά αν δεν κάνω λάθος - τελειώνει ο Φρ. Εσπρεσσο Μέτριος.
-ΘΑ ΠΙΟΥΜΕ ΚΑΦΕ ΡΕ?
-Για προχώρα.
Φλασάκι και ντου στο τοπικό ρεστ έρια.
-ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΚΟΠΕΛΙΑ.
-Ωωω καλή σας ημέρα! Τι κάνετε?!
-ΚΑΛΑ.
-Βλέπω έχετε και παρέα σήμερα! (κάτι το οποίο σημαίνει ότι τον έχει σταμπάρει, τον ξέρει, τον παρατηρεί και ότι τέλος πάντων ότι ο ψηλός έχει σταματήσει 200.000 φορές στο τοπικό ρεστ έρια).
-Α ΝΑΙ, Ο ΚΟΛΛΗΤΟΣ ΜΟΥ.
Κατούρημα, παίρνουμε τα καφεδάκια και πάμε στη Φραντζέσκα.
Τραγουδάμε εννοείται,
ντουρου ρουμ ρου ρου, ντιρι ντιρι, τομ τομ τομ.Αλλη στάση δεν προβλέπεται, παρά μόνο στα Γιάννενα. Με τα πολλά, φτάνουμε και κατευθυνόμαστε απευθείας στο "φέρστ στοπ" για την πόλη τούτη.
Το μαγαζί έχει κόσμο, η Φραντζέσκα τραβάει το χειρόφρενό της στον ήλιο και κατεβαίνουμε. Παρατηρώ ένα αγωνιστικό MG από έξω, με τα ονόματα των ιδιοκτητών του μαγαζιού.
-ΜΑΘΗΤΕΣ ΜΟΥ ΟΛΟΙ, ΕΓΩ ΤΟΥΣ ΕΜΑΘΑ ΝΑ ΣΤΡΙΒΟΥΝ.
-Είσαι μεγάλος, του απαντώ.
Δεν προλαβαίνω να απαντήσω και ένα τεράστιο "Ωωω ρε φίλε" παίρνει θέση στο στόμα μου και γενικώς στην έκφρασή μου. Ενα αγωνιστικό Visa GTi παρκαρισμένο απ'έξω, νταξ, όχι και σε τέλεια κατάσταση (αλλά δεν μας ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή).
Κόβω 2-3 γύρες και τσουυυπ, τραβάω τις φωτό.
Να μη σας τα πολυλογώ, ο ψηλός μέσα στο γραφείο, εγώ έξω στο Visa. Αποφασίζω να μπουκάρω. Καμιά 10αριά κύπελλα ανάμεσα στα ράφια.
-Τι γίνεται εδώ ρε φίλε?!
-ΜΑΘΗΤΕΣ ΜΟΥ ΔΕ ΣΟΥ ΕΙΠΑ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΡΕ?
-Σωστά.
Ερχεται ο ένας στριφτερός.
-Tι έγινε ψηλέ?
-ΘΑ ΜΟΥ ΒΡΕΙΣ 16 ΜΠΟΥΛΟΝΙΑ ΓΙΑ ΣΙΔΕΡΕΝΙΕΣ ΖΑΝΤΕΣ?
-Μισό. (τηλεφωνεί, βγαζει άκρη, μας στένει κάπου)
-ΣΩΡΑΙΟΣ.
Γίνεται το ντηλ και περιμένουμε τον Νίκο με το C4 GP από τα Γιάννενα για να πάρει τα μαγικά ζουμιά του. Σύντομα καταφθάνει.
Σαφέστατες οδηγίες από τον ψηλό, ο Νίκος το'χει, χαιρετιόμαστε και δρόμο. (By the way, χαρήκαμε πολύ για τη γνωριμία!)
Αφήνουμε το μαγαζί και οδεύουμε προς το μαγαζί για τα μπουλόνια. Αφού τελικά δεν υπάρχουν, αναχωρούμε.
Βουρ για Παραμυθιά και το τοπίο κάπως έτσι
Είπαμε θέλουμε να μάθουμε μπουζούκι, άρα
ντουρου ρουμ, τα τα τα, τσικι τσικι, μπλομ.
Σε κάποια φάση και ενώ πηγαίνουμε σχετικά σβέλτα (νταξ, έτσι το λέμε τώρα), παρατηρώ μια κάμερα στο highway.
-Μάνθο, κάμερα ρε φίλε.
-ΓΡΑΨΤΗ ΣΤ'ΑΡΧΙΔΙ@ ΣΟΥ.
-Οκ.
Aφού, λοιπόν, χωνέψαμε την κουρού με φιλαδέλφεια - που σας τα ζάλισα πριν αλλά ξέχασα να σας πω οτι την φάγαμε - ο ψηλός πεινάει.
-ΘΑ ΦΑΜΕ?
-Και το ρωτάς?
-ΩΡΑΙΟΣ. ΑΣΤΟ ΠΑΝΩ ΜΟΥ.
Καταφθάνουμε στο τοπικό ψητοπωλείο, τσεκάρω αμέσως τον λαχταριστό χειροποίητο γύρο που γυρίζει και ξαναγυρίζει.
-ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ ΚΟΠΕΛΙΑ.
-Καλώς τον! Τι κάνεις? Παρέα έχουμε σήμερα?! (Ε να μη σας ξαναλέω πόσο γνωστός και αγαπητός είναι.)
-ΚΟΛΛΗΤΟΣ. ΛΟΙΠΟΝ, Ο,ΤΙ ΠΑΙΡΝΩ ΕΓΩ x2.
-Θα πιείτε κάτι?
-2 ΚΟΚΕΣ ΚΑΝΟΝΙΚΕΣ.
-Θέλετε Zero?
-ZERO????? ΒΑΛΕ ΜΑΣ ΤΙΣ ΑΡΣΕΝΙΚΕΣ ΣΕ ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΠΟΛΥ ΓΙΑΤΙ ΕΧΟΥΜΕ ΚΑΙ ΔΡΟΜΟ.
Σύντομα, λοιπόν, καταφθάνει η τροφή.
Μπόλικο λεμόνι και ρίγανη, κέτσαπ για να γλιστράει, τζατζικάκι γιατί έτσι και οι αρσενικές κόκες. Σύντομα τα γυράκια είναι παρελθόν, το ίδιο και οι πίτες. Πληρώνουμε, χαιρετούμε, πάμε στο επόμενο μαγαζί.
Χαιρετούρες κι εκεί, ξεφόρτωμα και η κλασική πια ερώτηση.
-ΕΧΕΙΣ 16 ΜΠΟΥΛΟΝΙΑ ΓΙΑ ΣΙΔΕΡΕΝΙΕΣ ΖΑΝΤΕΣ?
-Μισό.
Πέφτει τηλεφώνημα, κάτι κανονίζει ο μάστορας εκεί και τελικά μας στέλνει στον Σταύρο.
-ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΑΓΑΖΙ ΤΟΥ?
-Βασικά δεν είναι μαγαζί, έχει κάτι παλιατζούρες απ'έξω. Θα τα βγάλει από ένα C2 είπε.
-ΟΚ, ΤΟ ΧΩ.
Πριν φύγουμε, πέφτει φωτό.
Ξεκινάμε για να πάμε στον Σταύρο. Στο πρώτο μαγαζί με αυτοκίνητα που βλέπουμε, σταματάμε.
-ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ, Ο ΣΤΑΥΡΟΣ?
-Δεν είναι εδώ.
-ΠΟΥ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΤΟΝ ΒΡΩ?
-Βασικά δεν έχουμε Σταύρο. Τι ψάχνεις?
(αφού εξηγεί, παίρνουμε δρόμο).
Πριν φύγουμε, παρατηρώ μια 7άρα αραγμένη και συνδυάζω το γεγονός ότι ψάχναμε παλιατζούρες.
Καθώς πηγαίνουμε, τρίβω τα χέρια μου, καθώς μιας και ο δότης θα είναι C2, όλο και καμιά λαλακία θα τσιμπήσουμε κι εμείς, κοντά στον ψηλό.
Με τα πολλά, φτάνουμε στον Σταύρο. Ενας κύριος, τον έλεγες και ηλιοκαμμένο, ίσως και μαυριδερό, προσπαθώντας να χωρέσει σε ένα χέρι 15 μπουλόνια, μας καλωσορίζει.
-Καλησπέρα.
-Ο ΣΤΑΥΡΟΣ?
-Ναι, αλλά βρήκα μόνο 15. Δώσε μου 2 λεπτά.
-ΚΑΙ 5 ΑΜΑ ΘΕΣ.
Ο τύπος καβαλάει το παπί και πηγαίνει προς το βουνό. Στο μεταξύ, εγώ περιεργάζομαι τον χώρο και εντοπίζω τον δότη. Τελικά το C2 έγινε C3, με τάσεις προς το C1, καθώς ολόκληρος ο κ%λος του ήταν μέσα. Ξενερώνω, επιστρέφω στη βάση και ακούω το παπί να γυρίζει.
-Σου φέρνω ακόμα 2, είναι από ΖΧ, διάλεξε ποιο σου κάνει.
-ΑΥΤΟ.
-Ωραία, θέλεις να το κόψω ή να το βάψω μαύρο ή ή ή...
-ΡΕ ΓΡΑΨΤΟ ΣΤ'ΆΡΧΙΔΙ@ ΣΟΥ
Με 16 μπουλόνια στη σακούλα και εμφανή σημάδια ικανοποίησης, ο ψηλός πηγαίνει για να τον πληρώσει. Τον περιμένω στη Φραντζέσκα. Επιστρέφει απορημένος.
-Ολα οκ φίλε?
-ΟΟΟΟΧΙ ΡΕ ΜΛΚ, ΜΟΥ ΕΚΟΨΕ ΚΑΙ ΑΠΟΔΕΙΞΗ. ΦΑΝΤΑΣΟΥ ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΟΤΑΝ ΑΝ ΣΗΚΩΝΑΜΕ ΚΑΙ ΚΑΝΑ 2 ΦΤΕΡΑ.
Κλαίμε από το γέλιο και αρχίζει ο δρόμος προς την Ηγουμενίτσα.
Φτάνουμε.
Μπαίνουμε στον άδειο κυκλικό κόμβο στο λιμάνι και ξαφνικά ένα STOP πετιέται.
-Μάνθοοο, STOP δεν ήταν εκείνο ρε φίλε?
-ΓΡΑΨΤΟ ΣΤ'ΑΡΧΙΔΙ@ ΣΟΥ, ΜΟΝΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ.
-Σωστά.
Παρκάρουμε μπροστά ακριβώς στην πύλη του εξωτερικού και περιμένουμε την επόμενη συνάντηση.
Ο ψηλός ψάχνεις τις επαφές του στην ατζέντα..
..και κάνει τα κονέ του.
Κλείνει το τηλέφωνο και με απόλυτα ψαρωτικό τόνο, μου λέει:
-EIΣΑΙ ΕΤΟΙΜΟΣ ΓΙΑ ΚΑΤΑΔΙΩΞΗ?
-Γουστάρω.
Μέσα στη Φραντζέσκα και πάλι, αναστροφή, γούστα, ψάχνουμε τον λιμενικό που πίνει τσίπουρα. Σύντομα τον εντοπίζουμε, κάνουμε τα κονέ μας, ξεφορτώνουμε, τον έχουμε γενικώς από κοντά γιατί η αναστροφή πάει σύννεφο και η απάντηση σε stop και κάμερες είναι "ΓΡΑΨΤΟ ΣΤ'ΑΡΧΙΔΙ@ ΣΟΥ", τελειώνει το ντηλ και μπαίνουμε πάλι μέσα.
Ψάχνουμε να βρούμε ένα στενάκι που να γυρίζει προς τα πίσω και όχι προς τα πάνω, τελικώς το βρίσκουμε και τίποτα δεν μας κρατάει μακριά από τον καφέ στα Γιάννενα.
Εκτός ίσως από την έμπνευσή μας να πάμε "από τον παλιό", γιατί έχει πιο ωραία διαδρομή, μας βγάζει στο κέντρο και εν τέλει, πρέπει να τη στρίψουμε τη ρημαδοΦραντζέσκα.
Βγαίνουμε σε έξοδο στην Εγνατία, πετυχαίνουμε Nissan Terrano με φάρο, μπερδεύουμε το αριστερά με το δεξιά, τελικά νικάει το χέρι του σταυρού και σταματάμε για κατούρημα 200 μέτρα παρακάτω από το Terrano, χωρίς να φαινόμαστε. Η Φραντζέσκα στο ρελαντί.
Εκεί που ακούω τον ψηλό να τελειώνει και τις πρώτες δικές μου σταγόνες να σκάνε στη δροσερή άσφαλτο, ακούω έμπειρο ντιζελομοτέρ να πλησιάζει και τσουυυυπ, σκάει μύτη το Terrano με 2 ένστολους. Οι σταγόνες μου σταματάνε, γιατί σχεδόν τους κοιτούσα με την ουρήθρα μου, μαζεύω όσο προλαβαίνω.
Κατεβαίνουν.
-Στο τσακ, τους λέω.
-Δεν σας αφήνουμε ούτε να κάνετε την ανάγκη σας ε?, λέει το όργανο και εγώ μέσα μου σκέφτομαι "Μαμημένε, θα σκάσω".
Πλησιάζει ο ψηλός.
-TΙ ΕΓΙΝΕ ΡΕ ΠΑΛΙΚΑΡΙΑ?
-Καλησπέρα σας. Περνάτε συχνά από εδώ?
-ΚΑΘΕ 15 ΜΕΡΕΣ ΣΧΕΔΟN.
-Από εδώ που πάτε?
-ΒΑΣΙΚΑ ΕΔΩ ΚΑΝΑΜΕ ΛΑΘΟΣ, ΑΛΛΑ ΘΑ ΓΥΡΙΣΟΥΜΕ, ΕΥΤΥΧΩΣ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΑΚΟΜΑ.
-Μήπως είχατε έρθει και την προηγούμενη εβδομάδα εδώ?
-ΑΠ'ΟΣΟ ΘΥΜΑΜΑΙ ΟΧΙ. ΤΙ ΣΑΣ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΥΠΟΠΤΟ?
-Τα πάντα. Ανοίγετε το πορτ μπαγκάζ?
-ΒΕΒΑΙΩΣ.
Ψάχνει από εδώ, ψάχνει από εκεί, περιμένει να βγάλει λαβράκι, αλλά τελικά τίποτα.
-Ανοίγετε τις τσάντες σας?
-ΟΡΙΣΤΕ.
Ο πίσω ένστολος κατεβάζει τρελή ιδέα.
-Για φέρτε μας λίγο την άδεια κυκλοφορίας σας.
-ΟΡΙΣΤΕ.
-ΙΗΜ. Αθήνα?
-ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ.
-Αφού Αθήνα λέει η άδεια.
-ΤΟ ΑΜΑΞΙ ΝΑΙ, ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΠΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΟΜΩΣ, απαντάει ο ψηλός, λες και θέλει να τον τρολάρει.
-ΨΑΧΝΕΤΕ ΚΑΤΙ?
-Ξέρεις πώς είναι εδώ τα πράγματα, απαντά ο σερίφης και μας αφήνει κόκκαλο.
Δίνει τα στοιχεία στον ασύρματο και σύντομα απαντά ο τζες από την άλλη άκρη
-
Ματθαίος Ματθαίου, Citroen C4 λευκό, ΙΗΜ ***, Δεν Απασχολεί.Το "δεν απασχολεί" έκατσε στα αυτιά του ψηλού σαν βρισιά, αλλά το ξεπερνά.
Το όργανο έχει διαπιστώσει ότι δεν έχει να κάνει με εγκληματίες ή ότι δε χρωστάμε στο ελληνικό δημόσιο και κάνει χιούμορ.
-Πάοκ?
με τον Τζάκο να τον αποστομώνει
-ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ.
Ξανά στο δρόμο, με τον Μάνθο να αναρωτιέται κάθε 2 λεπτά "ΜΑ ΔΕΝ ΑΠΑΣΧΟΛΕΙ ΡΕ ΜΛΚ?" αφήνουμε τις λαλακίες περί όμορφης διαδρομής γιατί δεν έχουμε χρόνο και θα χαθούμε και πηγαίνουμε καρφωτοί για τον καφέ που λέγαμε στα Γιάννενα.
Αφού του έχω πρήξει τα @@ να μπούμε από το κέντρο, το κάνουμε και εν τέλει παρκάρουμε μπροστά στη λίμνη για να βγάλω τις φωτό μου και να πιούμε τον ρημαδoκαφέ.
Βόλτα γύρω από τη λίμνη, σκυλιά, γατιά, παππούδες, γιαγιάδες, κοπελίτσες με κολάν, ευτυχία.
Αφού πίνουμε τον 3ο Φρ. Εσπρέσσο Μέτριο για σήμερα, στρώνουμε ξανά τα κ#λομέρια μας στην αναπαυτική Φραντζέσκα και ξεκινάει η επιστροφή.
Τραγουδάμε εννοείται, ντουρου ρουμ, τα τα, ντομ ντομ, τσικι τσικι τσικιτά.
Αλλαγή σε βενζίνη, για να γλιστράει και ξεκάπνισμα. 195, 196, 197, 198, έλα λίγο ακόμα γαμώτο σου, 199. Ουφ.
-ΤΟ ΚΟΒΕΙ ΤΟ ΚΙΒΩΤΙΟ ΡΕ ΦΟΥΣΤΗ ΜΟΥ. ΕΒΓΑΛΕΣ ΦΩΤΟ?
-Εβγαλα ρε φίλε, αλλά μέχρι το 198. Δεν πρόλαβα τα 199.
-ΠΟΣΟ Μ@ΛΑΚΑΣ ΕΙΣΑΙ. ΑΦΟΥ ΠΗΓΑΙΝΕΙ ΚΙ ΑΛΛΟ, ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΑΔΙΚΕΙΣ ΡΕ ΚΟΛΛΗΤΕ?
-Μη μασάς, δώστο άλλη μία.
Challenge accepted από τον ψηλό. Φρόντισε να κάνει τη διαφορά, φυσικά, για να μου την πει.
Με τέτοιες ταχύτητες, τα χιλιόμετρα περνάνε γρήγορα και το sundown αρχίζει. Ωρα για φωτό.
Τα τοπία πανέμορφα, με φως ή χωρίς, ο δρόμος αστεράτος και εμείς
ντουρου ρου ρου, ταμ ταμ ταμ, πονοκεφαλιάσαμε γκ@μώ, αλλά νταξ, θα μάθουμε μπουζούκι είπαμε.
Το σκοτάδι έχει πέσει, μπουκάρουμε στη Βέροια για να φουλάρουμε αέριο στο γνωστό βενζινάδικο, χαιρετούρες προς όλους, όλοι τον ξέρουν, όλοι τον αναγνωρίζουν, τους κατουράει, μπαίνει μέσα, αρχηγός.
Βγαίνοντας από Βέροια, ρωτάω:
-Σε πόση ώρα θα είμαστε πίσω φίλε?
-ΣΕ 22 ΛΕΠΤΑ, ΚΡΑΤΗΣΕ ΧΡΟΝΟ ΣΕ ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΠΟΛΥ.
Οντως, η απαστράπτουσα Φραντζέσκα σε 22 λεπτά είχε περάσει τις πύλες τις Θεσσαλονίκης.
Αβίαστα, απροβλημάτιστα.
Όλοι έκαναν δεξιά.
Λευκή C4 με τέτοιο φωτισμό στο εσωτερικό...
..δεν είναι να την αφήνεις από πίσω σου.
Με τα πολλά, τσακώνουμε και από μια φέτα κέικ ο καθένας, πίνουμε το λιγοστό νερό που έχει απομείνει γιατί κατουρήσαμε και ανοίξαμε χώρο,
τουρου ρουμ τα τα το φελέκι μου μέσα και φτάνουμε.
-Είσαι ωραίος και μετράς.
-ΤΟ ΞΕΡΩ ΚΑΛΕ ΜΟΥ. ΚΑΛΑ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙΣ.
-Κίσσιζ.
Κάθε διαδρομή με αυτόν τον άνθρωπο είναι εμπειρία. Ο ίδιος, οι άνθρωποι με τους οποίους συναναστρέφεται, τα μέρη, ακόμα και το αυτοκίνητο, σου φτιάχνουν τη διάθεση.
Σίγουρα ως τουρίστας τα είδα πολύ διαφορετικά απ'ότι μπορεί να τα βλέπει ο ίδιος, αλλά είμαι σίγουρος ότι μετά από τόσες φορές που έχει κάνει τα δρομολόγια αυτά, έχει βρει τη χρυσή τομή μεταξύ σοβαρού και αστείου, μεταξύ δουλειάς και κ@υλάντας, ξέρει τι πρέπει να κάνει και πως για να μη σιχαθεί ούτε μια στιγμή αυτό που κάνει.
Οταν ταξιδεύεις μαζί του, διαπιστώνεις πόσο αγαπητός είναι γενικά και όχι μόνο σε σένα, πόσο τον σέβονται όλοι και όλες, πόσο τον νοιάζονται και αυτό φαίνεται από τον τρόπο που του χαμογελάνε.
Ο ίδιος, τους/τις προσέχει, πάντα με έναν καλό λόγο στο στόμα, μετά φυσικά από το "ΠΟΣΟ Μ@ΛΑΚΑΣ ΕΙΣΑΙ".
Ταξιδεύοντας μαζί του, μαθαίνεις τα καλύτερα μέρη για φαγητό, αρχίζεις να κάνεις κοπλιμέντα στις κυρίες των διοδίων (όταν τα αξίζουν, νταξ), αρχίζεις και παίρνεις τις γραμμές που πρέπει για να βγεις ιδανικά και εφαπτομενικά από τη στροφή, χαιδεύοντας την επόμενη με περισσή αγάπη και στοργή και εν τέλει, να έχεις κάνει τη διαδρομή - όσο μεγάλη κι αν είναι αυτή - να φαίνεται μικρή και απολαυστική.
Τα σέβη μου κολλητέ, σε ευχαριστώ για όλα